Άρνηση της τράπεζας να διαπραγματευτεί πιθανό συμβιβασμό, αποτελεί κατάχρηση δικαιώματος!
ε υπόθεση ασφαλιστικών μέτρων στα πλαίσια αναγκαστική εκτέλεσης, το δικαστήριο έκρινε πως ήταν καταχρηστική η συμπεριφορά της Τράπεζας διότι ο οφειλέτης είχε προτείνει στην τράπεζα συμβιβαστική επίλυση της διαφοράς του και η τράπεζα αρνήθηκε αναιτιολόγητα.
ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
ΑΣΦΑΛΙΣΤΙΚΑ ΜΕΤΡΑ
Αριθμός Απόφασης: 545/2019
ΤΟ ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΠΕΙΡΑΙΩΣ
Συγκροτήθηκε από το Δικαστή … … , Εφέτη, ο οποίος ορίσθηκε από τον Πρόεδρο του
Τριμελούς Συμβουλίου Διευθύνσεως του Εφετείου Πειραιώς.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στον Πειραιά την 12 Σεπτεμβρίου 2019, χωρίς τη
σύμπραξη Γραμματέα για να δικάσει την υπόθεση μεταξύ:
Των αιτούντων: 1) … … του … , κατοίκου Πειραιά, οδός … (ΑΦΜ …) και 2) … … συζ. … … το
γένος …, κατοίκου ομοίως (ΑΦΜ …), τους οποίους εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος
τους Ευγενία Στάμου.
Της καθ’ ης ανώνυμης τραπεζικής εταιρίας με την επωνυμία «… Α.Ε.», που εδρεύει στην
Αθήνα, οδός … και εκπροσωπείται νόμιμα, την οποία εκπροσώπησε η πληρεξούσια δικηγόρος
της … …
Οι εκκαλούντες ζητούν να γίνει δεκτή η από 9/9/2019 αίτηση τους που κατατέθηκε στη
Γραμματεία του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2019, προσδιορίστηκε για τη
σημερινή δικάσιμο και γράφτηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης και κατά την εκφώνησή της από το σχετικό πινάκιο στη
σειρά της, οι πληρεξούσιες δικηγόροι των διαδίκων αφού ανέπτυξαν τους ισχυρισμούς τους
ζήτησαν να γίνουν αυτοί δεκτοί.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΚΑΤΑ ΤΟ ΝΟΜΟ
Σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 937 παρ. 1β του ΚΠολΔ, όπως αντικαταστάθηκε με το
άρθρο 8 παρ. 2 του άρθρου 1 του ν. 4335/2015, σε περίπτωση εκτέλεσης που στηρίζεται σε
δικαστική απόφαση ή διαταγή πληρωμής, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της
ανακοπής επιτρέπεται η άσκηση έφεσης. Στις λοιπές περιπτώσεις εκτελεστών τίτλων του
άρθρου 904 παρ. 2, κατά της απόφασης που εκδίδεται επί της ανακοπής επιτρέπεται η
άσκηση όλων των ενδίκων μέσων. Στις περιπτώσεις των προηγουμένων εδαφίων, η άσκηση
ενδίκου μέσου δεν αναστέλλει την πρόοδο της εκτέλεσης, εκτός αν το δικαστήριο του
ενδίκου μέσου, μετά από αίτηση του ασκούντος αυτό, που υποβάλλεται και αυτοτελώς,
δικάζοντας με τη διαδικασία των άρθρων 686 επ., διατάξει την αναστολή, με την παροχή ή και
χωρίς παροχή εγγύησης, εφόσον κρίνει ότι η ενέργεια της αναγκαστικής εκτέλεσης θα
προξενήσει ανεπανόρθωτη βλάβη στον αιτούντα και πιθανολογεί την ευδοκίμηση του ενδίκου
μέσου. Επίσης, μπορεί να διαταχθεί να προχωρήσει η αναγκαστική εκτέλεση, αφού δοθεί
εγγύηση. Ειδικά όταν ζητείται η αναστολή πλειστηριασμού αυτή είναι απαράδεκτη αν δεν
κατατεθεί το αργότερο (5) εργάσιμες ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού.
Στην προκειμένη περίπτωση οι αιτούντες με την κρινόμενη αίτηση, όπως το περιεχόμενο της
εκτιμάται από το Δικαστήριο, ζητούν να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης
που επισπεύδεται σε βάρος τους, δυνάμει της υπ’ αριθμ. …/2018 διαταγής πληρωμής του
Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της από 6/12/2018 επιταγής προς
πληρωμή κάτωθι αντιγράφου του πρώτου εκτελεστού απογράφου της ως άνω διαταγής
πληρωμής, δυνάμει των οποίων επισπεύδεται σε βάρος τους ηλεκτρονικός πλειστηριασμός
του ακινήτου τους που κατασχέθηκε δυνάμει της υπ’ αριθμ. …/2019 έκθεσης αναγκαστικής
κατάσχεσης ακίνητης περιουσίας του δικαστικού επιμελητή στο Εφετείο Αθηνών … …, ο
οποίος θα διενεργηθεί την 18/9/2019, μέχρι να εκδοθεί απόφαση επί της από 9/9/2019 με
αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2019 έφεσης που νομότυπα και εμπρόθεσμα άσκησαν κατά της
υπ’ αριθμ. 2238/2019 οριστικής απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς, με την
οποία απορρίφθηκε η ανακοπή τους κατά της ανωτέρω διαταγής πληρωμής και της επιταγής
προς εκτέλεση.
Η αίτηση, η οποία εμπρόθεσμα κατατέθηκε στη Γραμματεία του Εφετείου πέντε εργάσιμες
ημέρες πριν από την ημέρα του πλειστηριασμού, την 10/9/2019, αρμοδίως και παραδεκτώς
εισάγεται για να συζητηθεί ενώπιον αυτού του Δικαστηρίου, κατά τη διαδικασία των
ασφαλιστικών μέτρων (άρθρα 686 επ. ΚΠολΔ) και είναι νόμιμη (άρθρο 937 του Κ.ΠολΔ.).
Πρέπει, συνεπώς, να ερευνηθεί περαιτέρω, ως προς την ουσιαστική βασιμότητά της.
Κατά το άρθρ. 281 ΑΚ η άσκηση του δικαιώματος, απαγορεύεται, αν υπερβαίνει προφανώς τα
όρια που επιβάλλουν η καλή πίστη ή τα χρηστά ήθη ή ο κοινωνικός ή οικονομικός σκοπός του
δικαιώματος, όμως μόνο το γεγονός ότι η άσκηση του δικαιώματος στη συγκεκριμένη
περίπτωση επιφέρει βλάβη, έστω και μεγάλη, στον οφειλέτη, δεν αρκεί για να χαρακτηρίσει
ως καταχρηστική την άσκησή του, αλλά πρέπει να συνδυάζεται και με άλλες περιστάσεις,
όπως συμβαίνει όταν ο δανειστής δεν έχει στην πραγματικότητα συμφέρον από την άσκηση
του δικαιώματός του. Στο πλαίσιο αυτό ο δανειστής, ο οποίος, ασκώντας συμβατικό δικαίωμα
του επιδιώκει την είσπραξη της απαίτησής του, ενεργεί ασφαλώς προς ικανοποίηση θεμιτού
συμφέροντος του, συνυφασμένου με τη διαχείριση της περιουσίας του, τον τρόπο της οποίας
αυτός ελεύθερα καταρχήν αποφασίζει, εκτός και πάλι αν στη συγκεκριμένη περίπτωση
υπάρχει υπέρβαση και μάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών
και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος. Αυτό συμβαίνει και όταν η
συμπεριφορά του δανειστή που προηγήθηκε της άσκησης του δικαιώματός του, σε
συνδυασμό με την πραγματική κατάσταση που διαμορφώθηκε στο μεσοδιάστημα,
δημιούργησαν στον οφειλέτη την εύλογη πεποίθηση ότι ο δανειστής δεν θα ασκούσε το
δικαίωμα του στο χρόνο που το άσκησε, με αποτέλεσμα η πρόωρη άσκηση του να προκαλεί
επαχθείς συνέπειες στον οφειλέτη και να εμφανίζεται έτσι ως αδικαιολόγητη και
καταχρηστική. Ειδικότερα οι Τράπεζες, ως χρηματοδοτικοί οργανισμοί που ασκούν
αποφασιστική επίδραση στην ανάπτυξη και στη λειτουργία των χρηματοδοτούμενων από
αυτές επιχειρήσεων, έχουν αυξημένη ευθύνη κατά την άσκηση του χρηματοδοτικού τους
έργου και οφείλουν να μεριμνούν για τα συμφέροντα των επιχειρήσεων που χρηματοδοτούν,
αφού από τη φύση της η πιστωτική σχέση, ως διαρκής έννομη σχέση ιδιαίτερης
εμπιστοσύνης μεταξύ των συμβαλλομένων, επιβάλλει την υποχρέωση πίστης και προστασίας
από την πλευρά των τραπεζών των συμφερόντων των πελατών τους, ώστε να αποφεύγονται
υπέρμετρα επαχθείς γι’ αυτούς συνέπειες. Συνεπώς και για τον λόγο αυτό η άσκηση των
δικαιωμάτων τους θα πρέπει να κυριαρχείται από τις αρχές της καλόπιστης και σύμφωνης με
τα χρηστά συναλλακτικά ήθη εκπλήρωσης των οφειλόμενων παροχών (ΑΚ 178, 200, 288) και
να αποφεύγεται αντίστοιχα κάθε κατάχρηση στη συμπεριφορά τους. Έτσι, σε περίπτωση
δυσχέρειας του πιστούχου της Τράπεζας να ανταποκριθεί στις υποχρεώσεις του από την
πιστωτική σύμβαση λόγω πρόσκαιρης οικονομικής αδυναμίας του, που όμως υπερβαίνει τα
όρια της αντοχής του, η καλόπιστη από την πλευρά της Τράπεζας συμπεριφορά επιβάλλει σε
αυτή την υποχρέωση να ανεχθεί μια εύλογη καθυστέρηση στην εκπλήρωση της παροχής του
οφειλέτη, ιδίως όταν η επιδίωξη της άμεσης εκπλήρωσης της παροχής του πρόκειται να
οδηγήσει σε πλήρη οικονομική καταστροφή του, χωρίς ουσιαστικό κέρδος για την ίδια. Κατά
την έννοια αυτή η Τράπεζα θα πρέπει, σε περίπτωση πρόσκαιρης οικονομικής αδυναμίας του
πελάτη της, να αποφύγει την εσπευσμένη καταγγελία της μεταξύ τους πιστωτικής σύμβασης
και το κλείσιμο του αλληλόχρεου λογαριασμού τους, προπάντων όταν οι απαιτήσεις της είναι
ασφαλισμένες με εμπράγματες ή προσωπικές ασφάλειες, ο δε πελάτης της βρίσκεται σε
άμεση οικονομική εξάρτηση από αυτή και δεν οφείλει σε τρίτους, αφού τότε οι παραπάνω
ενέργειες της προσλαμβάνουν καταχρηστικό χαρακτήρα (ΑΠ 1352/2011, ΝΟΜΟΣ, ΕΑ
399/2015, ΔΕΕ 2015, 394, ΕφΠειρ 711/2011, ΕΕμπΔ 2012, 417,601, ΕφΘεσ 1132/2011, ΕπισκΕΔ
2011, 1050, ΕφΘεσ 1027/2010, Αρμ 2012, 577).
Εν προκειμένω από την εκτίμηση των εγγράφων που οι διάδικοι προσκομίζουν και
επικαλούνται πιθανολογείται ότι κατόπιν της από 5/9/2018 αίτησης της καθ’ ης ανώνυμης
τραπεζικής εταιρίας μεταξύ άλλων και κατά των αιτούντων, εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. …/2018
διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών, με την οποία οι
αιτούντες διατάσσονται να καταβάλουν στην καθ’ ης το συνολικό ποσό των 211.049,38 ευρώ
πλέον τόκων και τα δικαστικά έξοδα ποσού 5.400 ευρώ. Η ανωτέρω οφειλή των αιτούντων
προέρχεται από την υπ’ αριθμ. …/26.7.2005 σύμβαση παροχής πίστωσης με ανοικτό
αλληλόχρεο λογαριασμό ποσού 100.000 ευρώ, που συνήψε η ομόρρυθμη εταιρία «…» με την
«ΤΡΑΠΕΖΑ … A.E.», η οποία μεταβίβασε την απαίτησή της από τη σύμβαση αυτή στην ανώνυμη
τραπεζική εταιρία με την επωνυμία «… ΤΡΑΠΕΖΑ» καθολική διάδοχος της οποίας είναι η καθ’
ης, σε συνδυασμό με την από 30/3/2007 υπ’ αριθμ. 2 πρόσθετη πράξη με την οποία
συμφωνήθηκε η αύξηση της πίστωσης στο ποσό των 200.000 ευρώ, την υπ’ αριθμ.
…/14.4.2009 πρόσθετη πράξη, την υπ’ αριθμ. …/18.11.2010 πρόσθετη πράξη και την υπ’ αριθμ.
…/3.1.2013 πρόσθετη πράξη με την οποία μειώθηκε το όριο τη πίστωσης στο ποσό των
190.000 ευρώ, για την πληρωμή των δόσεων εξόφλησης της οποίας σύμβασης πίστωσης η
πιστούχος δεν ήταν συνεπής, με αποτέλεσμα την 3/4/2018 η καθ’ ης να καταγγείλει τη
σύμβαση και να κλείσει τον αντίστοιχο λογαριασμό. Τη σύμβαση και τις πρόσθετες πράξεις
συνυπέγραψαν και οι αιτούντες δηλώνοντας ότι εγγυώνται την εμπρόθεσμη και
ολοκληρωτική εξόφληση της πίστωσης παραιτούμενοι από την ένσταση της διζήσεως και τα
δικαιώματα των άρθρων 853 επ. του ΑΚ. Για την εκτέλεση της διαταγής πληρωμής και την
παρά πόδα αυτής με ημερομηνία 6/12/2018 επιταγή προς εκτέλεση κατασχέθηκε
αναγκαστικά, κατόπιν εντολής της καθ’ ης, με την υπ’ αριθμ. …/14.1.2019 έκθεση
αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου περιουσίας του αρμόδιου δικαστικού επιμελητή στο
Εφετείο Αθηνών … … ένα διαμέρισμα με τον αριθμό 1 του Δ΄ ορόφου εμβαδού 119 τ.μ., όπου
οι αιτούντες έχουν τη μοναδική κατοικία τους, τη με στοιχεία Υ-9 αποθήκη του υπογείου
εμβαδού 3 τ.μ. και το με στοιχείο Ρ-9 χώρο στάθμευσης εμβαδού 15 τ.μ, που βρίσκεται σε
πολυκατοικία η οποία έχει ανεγερθεί σε οικόπεδο ευρισκόμενο στον Πειραιά, … . Οι εν λόγω
κατασχεμένες οριζόντιες ιδιοκτησίες την κυριότητα των οποίων κατά ποσοστό 50% εξ
αδιαιρέτου ο καθένας απέκτησαν οι αιτούντες δυνάμει του υπ’ αριθμ. …/1987 συμβόλαιο της
συμβολαιογράφου Αθηνών … … νομίμως μεταγεγραμμένου, πλειστηριάζονται με ηλεκτρονικά
μέσα ενώπιον της πιστοποιημένης συμβολαιογράφου Αθηνών … … την 18/9/2019, με τιμή
πρώτης προφοράς για το διαμέρισμα αντί του ποσού των 157.000 ευρώ, για την αποθήκη αντί
του ποσού των 1.200 ευρώ και για το χώρο στάθμευσης αντί του ποσού των 7.500 ευρώ.
Πιθανολογείται περαιτέρω ότι κατά της πιο πάνω διαταγής πληρωμής και της παρά πόδα
αυτής επιταγή προς εκτέλεση οι αιτούντες άσκησαν την από 15/2/2019 με αριθμό έκθεσης
κατάθεσης …/2019 ανακοπή τους επί της οποίας εκδόθηκε η υπ’ αριθμ. 2238/2019 οριστική
απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς με την οποία η ανακοπή απορρίφθηκε.
Κατά της απόφασης αυτής οι αιτούντες έχουν ασκήσει νόμιμα και εμπρόθεσμα ενώπιον του
Εφετείου αυτού την από 9/9/2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …2019 έφεση, η συζήτηση
της οποίας έχει προσδιοριστεί για τη δικάσιμο της 24/9/2020, με το μοναδικό λόγο της
οποίας οι αιτούντες παραπονούνται ότι εσφαλμένα το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο απέρριψε
την προβαλλόμενη ενώπιον του ένσταση ότι η επίσπευση της αναγκαστικής εκτέλεσης σε
βάρος τους από την καθ’ ης συνιστά καταχρηστική άσκηση δικαιώματος διότι αυτή
επισπεύσθηκε ενώ είχαν ήδη ζητήσει από την καθ’ ης να προβούν σε εξωδικαστική επίλυση
τη διαφοράς τους. Ο λόγος αυτός πιθανολογείται ότι θα γίνει δεκτός όπως και η έφεση στο
σύνολο της διότι: Η πιστούχος ήταν συνεπής στην καταβολή των δόσεων αποπληρωμής της
πίστωσης έως το Φεβρουάριο του έτους 2013, αφού από το αντίγραφο του υπ’ αριθμ. …
λογαριασμού εξαχθέντος από τα τηρούμενα σε ηλεκτρονική μορφή επίσημα εμπορικά βιβλία
της καθ’ ης αποδεικνύεται έως το χρόνο αυτό κατέβαλλε τις οφειλόμενες δόσεις, έκτοτε, δε,
η πίστωση έπαψε να εξυπηρετείται εξαιτίας των δυσμενών συνεπειών της οικονομικής
κρίσης που έπληξε τη Χώρα και των εξαιτίας αυτής δραματικής μείωσης των εισοδήματων
και εμπορικών συναλλαγών που ανέτρεψε απρόβλεπτα και ακαριαία την οικονομική
κατάσταση και σχεδιασμό της πλειοψηφίας των νομικών και φυσικών προσώπων. Από το
σύνολο των προσκομισθέντων από τους διαδίκους εγγράφων πιθανολογείται ότι τόσο η
πιστούχος εταιρία όσο και οι αιτούντες προέβησαν σε προσπάθεια διακανονισμού της
οφειλής τους, με τελευταία την αποστολή της από 30/1/2019 εξώδικης – δήλωσης
πρόσκλησης με την οποία καλούσαν την καθ’ ης σε εξωδικαστική επίλυση της μεταξύ τους
διαφοράς σύμφωνα με τις διατάξεις του ν. 3898/2010, πλην όμως οι προσπάθειες αυτές δεν
τελεσφόρησαν. Ανεξάρτητα τούτων όμως έπρεπε η καθ’ ης στα πλαίσια της καλόπιστης
άσκησης των δικαιωμάτων της να προβεί σε συγκεκριμένη συμβιβαστική λύση προτείνοντας
συγκεκριμένο τρόπο ρύθμιση της οφειλής τέτοιο που να μπορούν οι αιτούντες να
ανταποκριθούν με βάση τα εισοδήματά τους. Αντίθετα η επίσπευση του πλειστηριασμού
συνιστά υπέρβαση και μάλιστα προφανής των αρχών της καλής πίστης, των χρηστών ηθών
και του κοινωνικοοικονομικού σκοπού του δικαιώματος της καθ’ ης, διότι εμπεριέχει άμεσο
και σοβαρό κίνδυνο απώλειας της μοναδικής κατοικίας των αιτούντων με σοβαρότατες
συνέπειες για την περαιτέρω ζωή τους εν όψει της ηλικίας τους (71 ετών) και των
προβλημάτων υγείας που αντιμετωπίζει ο πρώτος αυτών (ο οποίος πάσχει από
ινσουλινοθεραπευόμενο σακχαρώδη διαβήτη τύπου 2), το δε όφελος της καθ’ ης δεν είναι
ανάλογο με τη ζημία που θα υποστούν οι αιτούντες, διότι ακόμα και αν ήθελε υποτεθεί ότι οι
κατασχεμένες οριζόντιες ιδιοκτησίες θα εκπλειστηριαστούν στην πιο πάνω τιμή πρώτης
προσφοράς το πλειστηρίασμα που θα επιτευχθεί, αφαιρουμένων των εν γένει εξόδων της
διαδικασίας, θα υπολείπεται κατά πολύ της έως τότε διαμορφωθείσας απαίτησής της.
Εφόσον επομένως πιθανολογείται η ευδοκίμηση της έφεσης και ότι η ενέργεια της
εκτέλεσης θα προκαλέσει ανεπανόρθωτη βλάβη στους αιτούντες, η αίτηση πρέπει να γίνει
δεκτή και ως ουσιαστικά βάσιμη και να ανασταλεί η διαδικασία της αναγκαστικής εκτέλεσης
με την παροχή εγγύησης ποσού επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ. Τα δικαστικά έξοδα των
αιτούντων πρέπει να επιβληθούν σε βάρος της καθ’ ης λόγω της ήττας της (άρθρα 176 του
ΚΠολΔ, 84 παρ. 2 του ν. 4194/2013).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΔΙΚΑΖΕΙ κατ’ αντιμωλία των διαδίκων.
ΔΕΧΕΤΑΙ την αίτηση.
ΔΙΑΤΑΖΕΙ την αναστολή, με παροχή εγγύησης, της διαδικασίας της αναγκαστικής εκτέλεσης
που επισπεύδεται σε βάρος των αιτούντων δυνάμει της υπ’ αριθμ. …/2018 διαταγής
πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Αθηνών και της από 6/12/2018 παρά
πόδα αυτής επιταγής προς εκτέλεση, βάσει της οποίας επισπεύδεται την 18/9/2019
ηλεκτρονικός πλειστηριασμός των κατασχεμένων οριζόντιων ιδιοκτησιών συνιδιοκτησίας
των αιτούντων, που κατασχέθηκαν αναγκαστικά με την υπ’ αριθμ. …/2019 έκθεση
αναγκαστικής κατασχέσεως ακινήτου περιουσίας του δικαστικού επιμελητή … …, μέχρι να
εκδοθεί απόφαση επί της από 9/9/2019 με αριθμό έκθεσης κατάθεσης …/2019 έφεσης που
νομότυπα και εμπρόθεσμα οι αιτούντες άσκησαν κατά της υπ’ αριθμ. 2238/2019 οριστικής
απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Πειραιώς.
ΟΡΙΖΕΙ το ποσό της εγγύησης στο ποσό των επτά χιλιάδων (7.000) ευρώ.
ΕΠΙΒΑΛΕΙ σε βάρος της καθ’ ης της δικαστική δαπάνη των αιτούντων την οποία ορίζει στο
ποσό των διακοσίων πενήντα (250) ευρώ.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση στο ακροατήριό
του στον Πειραιά χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους,
την 16 Σεπτεμβρίου 2019.
Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ
Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ ΓΙΑ ΤΗ ΔΗΜΟΣΙΕΥΣΗ