Σημαντική πρωτοβουλία από το Δικηγορικό Σύλλογο Λάρισας

Επιστολή του Προέδρου του ΙνΚαΔιλ κ. Δ. Κατσαρού προς τον Πρόεδρο της Ολομέλειας των Δικηγορικών Συλλόγων κ. Δ. Βερβεσό

 12 Μαρτίου 2019

 


           ΙΝΣΤΙΤΟΥΤΟ ΚΑΤΑΡΤΙΣΗΣ ΔΙΑΜΕΣΟΛΑΒΗΤΩΝ ΛΑΡΙΣΑΣ


                                         (ΙΝΚΑΔΙΛ)


Λάρισα 12 Μαρτίου 2019


Προς τον Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών και της Ολομέλειας Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων


 κ. Δημήτριο Βερβεσό.


 


Κύριε Πρόεδρε


Μετά την ενσωμάτωση της σχετικής με τον θεσμό της διαμεσολάβησης ευρωπαικής οδηγίας στο εθνικό δίκαιο , οι Δικηγορικοί Σύλλογοι με πολύ συγκεκριμένες ενέργειες και δράσεις μερίμνησαν ώστε αυτός να περιέλθει στο χώρο της αποφασιστικής αρμοδιότητος του δικηγορικού σώματος. Τούτο βέβαια δεν ήταν διόλου εύκολο, καθότι υπήρξαν και άλλοι φορείς και κλάδοι που έδειξαν ιδιαίτερο ενδιαφέρον να «διαχειριστούν» το θεσμό της διαμεσολάβησης. Τούτο βέβαια δεν αποτελεί ψευδεπίγραφη κινδυνολογία,  αφού συνέβη σε άλλες  περιπτώσεις  και μάλιστα με ζητήματα του πυρήνα του αντικειμένου του δικηγορικού λειτουργήματος.  Για όλα αυτά δεν χρειάζεται να καταφύγω σε λεπτομερείς αναφορές διότι είναι πράγματα γνωστά, θέλω να πιστεύω, τόσο στη πλειοψηφία των δικηγόρων, όσο και σε αυτή των Προέδρων των Δικηγορικών Συλλόγων. Σε κάθε περίπτωση, είμαι βέβαιος ότι είναι γνωστά στο Πρόεδρο του Δικηγορικού Συλλόγου Αθηνών, διότι συνέδεσε πολλά χρόνια της διαδρομής του στη δικηγορία, με συνεχή και διαρκή προσπάθεια για την επίλυση των προβλημάτων του Δικηγορικού Σώματος. Εν προκειμένω δηλαδή, αν δεν είχαμε θετική προσέγγιση στο θεσμό της  διαμεσολάβησης, δεν ήταν αναγκαίο να περιληφθεί ειδικό τμήμα Ε με συγκεκριμένες διατάξεις για διαμεσολάβηση και διαιτησία στον Ν4194/2013 (Κώδικας Δικηγόρων). Ακόμη, ασφαλώς και δεν θα χρειαζόταν να αναλωθεί ποικιλόμορφη ενέργεια των Δικηγορικών Συλλόγων, ώστε να δημιουργηθούν κέντρα εκπαίδευσης διαμεσολαβητών (ΔΣ Αθηνών, ΔΣ Θεσσαλονίκης, ΔΣ Πειραιώς, ΔΣ Λαρισας, ΔΣ Καβάλας, ΔΣ Αλεξανδρούπολης, ΔΣ Τρίπολης) μέσα από τις εκπαιδευτικές διαδικασίες των οποίων, αποφοίτησαν περίπου 2500 διαμεσολαβητές, εκ των οποίων το 90 % τουλάχιστον  είναι δικηγόροι που διέθεσαν χρόνο και οικονομικό κόστος, χάριν βεβαίως των ευλόγων  επαγγελματικών προσδοκιών. Επίσης σε καμία περίπτωση, δεν θα χρειαζόταν να επιδιωχθεί  ώστε τα μέρη να παρίστανται υποχρεωτικά με δικηγόρο κατά τη διαδικασία της διαμεσολάβησης. Κι όλα αυτά, ας μη νομισθεί ότι έλαβαν χώρα υπό  το πρίσμα ενός συντεχνιακού αυτισμού, αλλά με γνώμονα την θωράκιση του θεσμού με τον δημόσιο χαρακτήρα των Δικηγορικών Συλλόγων  και του Δικηγορικού Λειτουργήματος. Γι’ αυτό και δεν έχουν βάση οι ανησυχίες περί «ιδιωτικοποίησης της δικαιοσύνης», κάποιες εκ των οποίων, προδήλως ήδη προέκυψε ότι ήταν έμπλεες υποκρισίας και φαρισαισμού.


Σε κάθε περίπτωση φοβούμαι πώς είναι κοινή η παραδοχή, ότι μετά τις τελευταίες εξελίξεις το μέλλον της εφαρμογής της διαμεσολάβησης κάθε άλλο παρά ευοίωνο προδιαγράφεται για τη χώρα μας. Η έντονη αντίδραση  της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων επέφερε αποπροσανατολισμό  του κλάδου σε ότι αφορά την προοπτική εφαρμογής του θεσμού. Το γεγονός ότι η θέση της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων για μη υποχρεωτικότητα της διαμεσολάβησης, μετουσιώθηκε  ταυτόχρονα σε αίτημα της Ολομέλειας Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων προς τη Διοικητική Ολομέλεια του Αρείου Πάγου για έκδοση γνωμοδότησης ήταν το πρώτο βήμα στη κατεύθυνση της αποδυνάμωσης. Στη συνέχεια ακολούθησε το δεύτερο σε αντιδιαστολή με το πρώτο, δηλαδή η υποχρεωτικότητα της δικαστικής μεσολάβησης με την οποία τάχθηκε ήδη η πλειοψηφία της Ολομέλειάς μας. Με όλα αυτά, επήλθε και μια άλλη  παράπλευρη μεν αλλά ωστόσο σοβαρή και δυσμενής συνέπεια. Εκτίθεται ήδη στη συκοφαντία η Ολομέλεια Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων, ότι δεν είναι ισότιμος συνομιλητής της Ενωσης Δικαστών και Εισαγγελέων και τούτο βέβαια δεν είναι κατανοητό από όσους γνωρίζουν τουλάχιστον τη δική σας πολύχρονη εμπειρία και διαδρομή στα πράγματα του δικηγορικού σώματος.


Κύριε Πρόεδρε


Η εφαρμογή της διαμεσολάβησης θα είναι μια πραγματική πολιτική μεταρρύθμιση που τόσο έχει ανάγκη η χώρα μας. Τούτο είναι ευκαιρία και μπορεί να γίνει με αιχμή του δόρατος τους Δικηγορικούς Συλλόγους και τους Δικηγόρους. Η Ολομέλεια Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων πρέπει εμπράκτως να κινηθεί προς αυτή τη κατεύθυνση. Δεν αρκούν οι ρηματικές αναφορές του τύπου «είμαστε υπέρ της διαμεσολάβησης» η άλλες παρόμοιες οι οποίες έχουν έναν εντελώς πλατωνικό η και παρηγορητικό χαρακτήρα. Δεν αρκούν επίσης και  «προφάσεις εν αμαρτίαις» που συνιστούν οι  δικαιολογίες της μορφής, ότι δηλαδή ο λαός μας είναι δικομανής !! ή ότι η διαμεσολάβηση έχει κόστος !, όταν μάλιστα λέγεται από αυτούς, που ποτέ δεν διαμαρτυρήθηκαν για τον ορυμαγδό των παραβόλων και των οικονομικών επιβαρύνσεων που θεσμοθετήθηκαν από το 2010 και εντεύθεν και τα οποία όντως περιόρισαν δραστικά το δικαίωμα πρόσβασης των πολιτών στη Δικαιοσύνη.


Μετά ταύτα θεωρώ ότι λόγοι επιτακτικοί επιβάλλουν ώστε η Ολομέλεια Προέδρων Δικηγορικών Συλλόγων, ως πανελλήνια έκφραση του κλάδου, να επανεξετάσει τη θέση της συνολικά απέναντι στις εναλλακτικές μορφές επίλυσης  διαφορών, στη κατεύθυνση της έμπρακτης στήριξης για την εφαρμογή τους. Πολύ περισσότερο όταν αυτές  τυποποιούνται  στο Κώδικα Δικηγόρων, ως θεσμοί συμβατοί και φιλικοί προς το δημόσιο χαρακτήρα και τη φύση του Δικηγορικού Λειτουργήματος και των Δικηγορικών Συλλόγων.


Οίκοθεν νοείται κύριε Πρόεδρε, ότι η παρούσα πηγάζει από το γεγονός ότι ο Δικηγορικός Σύλλογος Λάρισας έχει αναλάβει ποικιλόμορφες δράσεις για τη προώθηση του θεσμού της διαμεσολάβησης, κορωνίδα των οποίων αποτελεί το Ινστιτούτο Κατάρτισης Διαμεσολαβητών Λάρισας (ΙΝΚΑΔΙΛ), ενώ  απευθύνεται σε εσάς, με βάση την αρχή της καλής πίστης και της ιδιαίτερης εκτίμησης προς το πρόσωπό σας.


Δημήτριος Γ. Κατσαρός


Πρόεδρος ΙΝΚΑΔΙΛ


τέως Πρόεδρος του Δικηγορικού Συλλόγου Λάρισας